-
1 σύμμαχος
σύμμᾰχ-ος, ον,A fighting along with, leagued or allied with, τινι A.Ch.2,19, Hdt.1.22, etc.: freq. abs. as Subst., ally, Sapph. 1.28 (fem.), etc.; and in pl. allies, Hdt.1.102, al., IG12.76.14, etc.;σ. ἐπί τινα X.An.5.5.22
.2 as a real Adj., of things, places, circumstances,συμμάχῳ δορί A.Eu. 773
;αὐτὴ γὰρ ἡ γῆ ξ. κείνοις πέλει Id.Pers. 792
; συντυχίη ἐπεγένετό τινι ς. Hdt.5.65;νόμον σ. τῷ θέλοντι Id.3.31
;τὸ εἰκὸς σ. μοί ἐστιν Antipho 5.43
; , cf. Hdt.4.129;πολλά ἐστι τὰ σύμμαχα X.An.2.4.7
;σ. ἔχειν τὸ δίκαιον Lys.2.10
; ὅρκοι καὶ ξυνθῆκαι ib. 62;τάχος σ. εἰς τὸ πραχθῆναι X.Cyr.3.2.4
: c. gen. rei,ἀρετὴ τῶν ἐν πολέμῳ σ. ἔργων Id.Mem.2.1.32
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύμμαχος
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский